Μια ξεκαρδιστική εξωτική όπερα από τους προπάτορες των Monty Python και των Αδελφών Μαρξ παρουσιάζεται στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος σε πανελλήνια πρώτη. Η όπερα Ο μικάδος (1885) των Γκίλμπερτ και Σάλλιβαν ανεβαίνει σε συμπαραγωγή με την Ομάδα μουσικού θεάτρου Ραφή, μία από τις πιο δραστήριες ομάδες των τελευταίων ετών, σε μουσική διεύθυνση – ενορχήστρωση Μιχάλη Παπαπέτρου και σκηνοθεσία Ακύλλα Καραζήση. Από τις 21 Δεκεμβρίου και για οκτώ μόνο παραστάσεις, τα ερωτικά φλερτ στην Εναλλακτική Σκηνή κόβονται…σπαθί!
Η απόδοση του λιμπρέτου, παραγγελία για τη συμπαραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ και της ομάδας μουσικού θεάτρου Ραφή, ανήκει σε δύο διακεκριμένους μεταφραστές, τον Γιώργο Τσακνιά, που ανέλαβε την απόδοση των πεζών μέρων και την Κατερίνα Σχινά, που απέδωσε στα ελληνικά τα μελοποιημένα μέρη.
Οι δημιουργοί του Μικάδου, Ουίλλιαμ Σβενκ Γκίλμπερτ και Άρθουρ Σάλλιβαν, πρωτεργάτες της αγγλικής μουσικής κωμωδίας, εμπνέονται από την ατμοσφαιρική Άπω Ανατολή για να συνθέσουν μια κοφτερή σάτιρα των κοινωνικοπολιτικών ηθών του 19ου αιώνα. Η βία, η διαφθορά, ο λαϊκισμός, η υποκρισία και ο πουριτανισμός μπαίνουν στο στόχαστρο του δαιμόνιου καλλιτεχνικού διδύμου, που στηλιτεύει με χιούμορ και ελαφράδα τα κακώς κείμενα της εποχής τους.
Ο λιμπρετίστας Ουίλλιαμ Σβενκ Γκίλμπερτ φέρεται να εμπνεύστηκε το θέμα του έργου από ένα γιαπωνέζικο σπαθί που είδε αναρτημένο σε μια δημόσια βιβλιοθήκη. Την εποχή εκείνη, θίασοι από την Ιαπωνία έκαναν περιοδεία στο Λονδίνο, συμβάλλοντας στη διάδοση του εξεζητημένου οριενταλισμού που είχε ξετρελάνει το βρετανικό κοινό. Η τοποθέτηση της δράσης σε ένα απομακρυσμένο γεωγραφικό περιβάλλον διευκόλυνε τον έμπειρο συγγραφέα να μιλήσει άφοβα για ζητήματα που ταλάνιζαν την αγγλική κοινωνία της εποχής του: τα απανωτά πολιτικά σκάνδαλα, την κατάχρηση εξουσίας, το έλλειμμα δημοκρατίας. Επιπλέον, η συγκεκριμένη επιλογή τού επέτρεπε να στηλιτεύσει με χιούμορ και εκλεκτική ειρωνεία τον άκρατο πουριτανισμό της βικτωριανής περιόδου, ανοίγοντας το δρόμο για συγγραφείς όπως ο Όσκαρ Ουάιλντ και ο Μπέρναρντ Σω.
Στη μαγική πολιτεία του Τιτιπού, όπου ο Μεγάλος Αυτοκράτορας (Μικάδος) είχε απαγορεύσει το κόρτε, οι ερωτύλοι ράφτες γίνονταν δήμιοι για να μην αποκεφαλίσουν…τον εαυτό τους, οι βουλευτές αυτοανακηρύσσονταν σε «άρχοντες των πάντων» και τα απαγορευμένα φλερτ ανθίζουν στις πιο απίθανες εκδοχές. O συνθέτης Άρθουρ Σάλλιβαν θεωρούσε τον Μικάδο ως το αριστούργημά του, με το οποίο πραγματοποίησε την πολυπόθητη σύζευξη ανάμεσα στην «ελαφριά» βρετανική οπερέτα και τη «σοβαρή» αγγλική όπερα, όπου το «χιούμορ, η σάτιρα, οι χαρακτήρες και η υψηλής ποιότητας μουσική συνυπάρχουν σε θαυμαστή ισορροπία».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μικάδος αποτέλεσε την απόλυτη πηγή έμπνευσης για τα μιούζικαλ των Τζωρτζ και Άιρα Γκέρσουιν στο Μπρόντγουαιη και το Χόλυγουντ. Ο ίδιος ο Τζωρτζ Γκέρσουιν θεωρούσε το δίδυμο Γκίλμπερτ και Σάλλιβαν πρότυπο του. Το έργο σημείωσε τεράστια επιτυχία ήδη από τον πρώτο χρόνο παρουσίασης του το 1885 (περίπου 150 θίασοι σε όλο τον κόσμο είχαν εντάξει τον Μικάδο στο ρεπερτόριό τους μέχρι το τέλος εκείνης της χρονιάς) και παραμένει ένα από τα δημοφιλέστερα έργα μουσικού θεάτρου όλων των εποχών.
Η απόδοση του λιμπρέτου, παραγγελία για τη συμπαραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ και της ομάδας μουσικού θεάτρου Ραφή, ανήκει σε δύο διακεκριμένους μεταφραστές, τον Γιώργο Τσακνιά, που ανέλαβε την απόδοση των πεζών μέρων και την Κατερίνα Σχινά, που απέδωσε στα ελληνικά τα μελοποιημένα μέρη.
Οι δημιουργοί του Μικάδου, Ουίλλιαμ Σβενκ Γκίλμπερτ και Άρθουρ Σάλλιβαν, πρωτεργάτες της αγγλικής μουσικής κωμωδίας, εμπνέονται από την ατμοσφαιρική Άπω Ανατολή για να συνθέσουν μια κοφτερή σάτιρα των κοινωνικοπολιτικών ηθών του 19ου αιώνα. Η βία, η διαφθορά, ο λαϊκισμός, η υποκρισία και ο πουριτανισμός μπαίνουν στο στόχαστρο του δαιμόνιου καλλιτεχνικού διδύμου, που στηλιτεύει με χιούμορ και ελαφράδα τα κακώς κείμενα της εποχής τους.
Ο λιμπρετίστας Ουίλλιαμ Σβενκ Γκίλμπερτ φέρεται να εμπνεύστηκε το θέμα του έργου από ένα γιαπωνέζικο σπαθί που είδε αναρτημένο σε μια δημόσια βιβλιοθήκη. Την εποχή εκείνη, θίασοι από την Ιαπωνία έκαναν περιοδεία στο Λονδίνο, συμβάλλοντας στη διάδοση του εξεζητημένου οριενταλισμού που είχε ξετρελάνει το βρετανικό κοινό. Η τοποθέτηση της δράσης σε ένα απομακρυσμένο γεωγραφικό περιβάλλον διευκόλυνε τον έμπειρο συγγραφέα να μιλήσει άφοβα για ζητήματα που ταλάνιζαν την αγγλική κοινωνία της εποχής του: τα απανωτά πολιτικά σκάνδαλα, την κατάχρηση εξουσίας, το έλλειμμα δημοκρατίας. Επιπλέον, η συγκεκριμένη επιλογή τού επέτρεπε να στηλιτεύσει με χιούμορ και εκλεκτική ειρωνεία τον άκρατο πουριτανισμό της βικτωριανής περιόδου, ανοίγοντας το δρόμο για συγγραφείς όπως ο Όσκαρ Ουάιλντ και ο Μπέρναρντ Σω.
Στη μαγική πολιτεία του Τιτιπού, όπου ο Μεγάλος Αυτοκράτορας (Μικάδος) είχε απαγορεύσει το κόρτε, οι ερωτύλοι ράφτες γίνονταν δήμιοι για να μην αποκεφαλίσουν…τον εαυτό τους, οι βουλευτές αυτοανακηρύσσονταν σε «άρχοντες των πάντων» και τα απαγορευμένα φλερτ ανθίζουν στις πιο απίθανες εκδοχές. O συνθέτης Άρθουρ Σάλλιβαν θεωρούσε τον Μικάδο ως το αριστούργημά του, με το οποίο πραγματοποίησε την πολυπόθητη σύζευξη ανάμεσα στην «ελαφριά» βρετανική οπερέτα και τη «σοβαρή» αγγλική όπερα, όπου το «χιούμορ, η σάτιρα, οι χαρακτήρες και η υψηλής ποιότητας μουσική συνυπάρχουν σε θαυμαστή ισορροπία».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μικάδος αποτέλεσε την απόλυτη πηγή έμπνευσης για τα μιούζικαλ των Τζωρτζ και Άιρα Γκέρσουιν στο Μπρόντγουαιη και το Χόλυγουντ. Ο ίδιος ο Τζωρτζ Γκέρσουιν θεωρούσε το δίδυμο Γκίλμπερτ και Σάλλιβαν πρότυπο του. Το έργο σημείωσε τεράστια επιτυχία ήδη από τον πρώτο χρόνο παρουσίασης του το 1885 (περίπου 150 θίασοι σε όλο τον κόσμο είχαν εντάξει τον Μικάδο στο ρεπερτόριό τους μέχρι το τέλος εκείνης της χρονιάς) και παραμένει ένα από τα δημοφιλέστερα έργα μουσικού θεάτρου όλων των εποχών.