Μέγας Δωρητής ΕΛΣ
Ένα άγνωστο διαμάντι της Επτανησιακής Σχολής συστήνει στο κοινό η Εθνική Λυρική Σκηνή. Μετά την ιδιαίτερη επιτυχία που σημείωσε στα τέλη του 19ου αιώνα στην Ευρώπη, η Flora mirabilis ξανασυναντά το ελληνικό κοινό τον Μάρτιο του 2025, σε μια νέα, αποκατεστημένη μορφή, που φιλοδοξεί να επανατοποθετήσει το έργο στο ευρωπαϊκό ρεπερτόριο της όπερας. Η αριστουργηματική μουσική του εκλεκτικού κοσμοπολίτη Κερκυραίου μουσουργού Σπυρίδωνος-Φιλίσκου Σαμάρα, με βασικά χαρακτηριστικά την πηγαία μελωδική έμπνευση, την ευφάνταστη αρμονική γλώσσα και τη λεπτεπίλεπτη ενορχήστρωση, σε συνδυασμό με τη βαθύτατη γνώση της φωνητικής γραφής και την έμφυτη θεατρική αντίληψη της μουσικής δραματουργίας, προβάλλει αντάξια των μεγάλων Ευρωπαίων δημιουργών όπερας της εποχής του.
Η Flora mirabilis χαρακτηρίζεται ως «μουσικός μύθος σε τρεις πράξεις». Το λιμπρέτο, στα ιταλικά, είναι του Φερντινάντο Φοντάνα -του λιμπρετίστα των δύο πρώτων μελοδραματικών έργων του Τζάκομο Πουτσίνι- και η αλληγορική υπόθεση διαδραματίζεται στη μεσαιωνική Σουηδία. Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στο Θέατρο Καρκάνο στο Μιλάνο στις 16 Μαΐου 1886. Η επιτυχία του υπήρξε τόσο μεγάλη ώστε την επόμενη χρονιά ανέβηκε στη Σκάλα του Μιλάνου με διάσημους συντελεστές: την παράσταση διηύθυνε ο περίφημος αρχιμουσικός Φράνκο Φάτσο ενώ τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Λυδίας ερμήνευσε η Έμμα Καλβέ, μια από τις διασημότερες λυρικές τραγουδίστριες της μπελ επόκ, γνωστή για την ερμηνεία της στην Κάρμεν. Η Flora mirabilis υπήρξε η πρώτη μεγάλη διεθνής επιτυχία του Σαμάρα και παρουσιάστηκε σε αρκετά ακόμα ιταλικά θέατρα, όπως επίσης στην Κολωνία και στη Βιέννη. Η μουσική του έργου είναι στο πνεύμα των Ιταλών συνθετών του τέλους του 19ου αιώνα, όπως λόγου χάρη των Πουτσίνι, Μασκάνι και Λεονκαβάλλο.
Δυστυχώς, η παρτιτούρα του έργου καταστράφηκε, μαζί με μεγάλο μέρος του αρχείου του ιταλικού εκδοτικού οίκου Casa Musicale Sonzogno, το 1943, κατά τον βομβαρδισμό του Μιλάνου από τις συμμαχικές δυνάμεις. Διασώθηκε μόνο η έκδοση της αναγωγής για φωνές και πιάνο, που είχε κυκλοφορήσει σε πολλά αντίτυπα και ήταν ευρέως διαδεδομένη σε βιβλιοθήκες και ιδιωτικές συλλογές. Σε αυτή την έκδοση βασίστηκε η αναβίωση του έργου από την Εθνική Λυρική Σκηνή τον Απρίλιο του 1979, με επανενορχήστρωση του έργου από τον θρυλικό αρχιμουσικό Οδυσσέα Δημητριάδη, ο οποίος είχε αναλάβει και τη μουσική διεύθυνση των παραστάσεων.
Ωστόσο πριν από μία περίπου δεκαετία, σημαντικό μέρος του πρωτότυπου μουσικού υλικού της ορχήστρας ανακαλύφθηκε στο μουσικό αρχείο της Φιλαρμονικής Εταιρείας «Μάντζαρος» στην Κέρκυρα και το 2016 δόθηκε αντίγραφό του κατ' αποκλειστικότητα στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Το νέο αυτό υλικό, σε συνδυασμό με την ανέκαθεν σωζόμενη αυθεντική ενορχήστρωση δύο χορευτικών αποσπασμάτων που φυλάσσονται στη Μουσική Βιβλιοθήκη της ΕΛΣ, το επεξεργάστηκε ο μουσικολόγος και κλαρινετίστας, αναπληρωτής καθηγητής στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο Γιάννης Σαμπροβαλάκης, ο οποίος ανέλαβε τη συμπλήρωση και αποκατάσταση της πρωτότυπης ενορχήστρωσης του έργου, καθώς και την εκδοτική του επιμέλεια. Το έργο θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά από την ΕΛΣ στη νέα αποκατεστημένη μορφή του.
Ο σκηνοθέτης Γιάννης Σκουρλέτης γράφει για την παραγωγή: «Χειμώνας του 1889, μια κομψή κορδέλα δεμένη στα ανθοστόλιστα θεωρεία του Θεάτρου Σαν Τζάκομο, στην Κέρκυρα, δίπλα στους ανάγλυφους γρύπες και τους αναμμένους φανοστάτες, θα αποτύπωνε με χρυσά γράμματα: «Ζήτω ο Σαμάρας, Έλλην μουσουργός, ο συνθέτης της Φλώρας». Μετά τη θριαμβευτική έναρξη στα θέατρα της Ιταλίας είχε έρθει η στιγμή η Flora mirabilis να επιστρέψει και να ακουστεί στην πατρίδα της. Η περίπτωση του Σαμάρα, μοναδική. Τοποθετήθηκε ισότιμα στη διεθνή σκηνή, εντός των κύκλων της περίφημης οπερατικής Giovane Scuola (Νέας Σχολής), μια περίοδο μετάβασης και ανανέωσης της ιταλικής λυρικής τέχνης με την εμφάνιση του ρεύματος του βερισμού δίπλα στα ονόματα του Πουτσίνι, του Μασκάνι, του Λεονκαβάλλο. Το λιμπρέτο της Flora mirabillis του Φερντινάντο Φοντάνα, πάνω σε έναν σουηδικό μεσαιωνικό μύθο του 15ου αιώνα, κρύβει στην καρδιά του μια ιστορία από το Δεκαήμερο του Βοκκάκιου. Εντός της αισθητικής του ρομαντισμού, η Flora mirabilis μου επιτρέπει να επιχειρήσω μια επιστροφή στα σκοτεινά δάση των ξωτικών, στις ρίζες ενός παλιού αλλά τόσο σύγχρονου αναγκαίου αισθήματος. Ο ρομαντισμός, αλλόκοτος και ανοίκειος, ανασυνθέτει τα ερείπια μιας ζωής ρημαγμένης από επιθυμία. Η Flora mirabilis επανέρχεται για να τραγουδήσει ξανά τον έρωτα που διασχίζει τους αιώνες ως μοναδική αλήθεια. Ο χορός των λουλουδιών και ο χορός των δαιμόνων μάς φανερώνει το θαύμα πως όταν αγαπάς μπορούν να φυτρώσουν τριαντάφυλλα στο χιόνι».